Εὐάριθμες οἱ ἁπλὲς λέξεις μὲ δύο «ῥ»:
θάρρος, ἀρραβώνας, πυρρός (=πορφυρός), πυρρίχιος, ὀρρωδώ (=κάνω πίσω) καὶ τὰ ὁμόρριζά τους.
ὅπως καὶ κύρια ὀνόματα: Πύρρος, Σέρρες, Τυρρηνία, Δυρράχιο
Πολυάριθμες, ὅμως οἱ σύνθετες λέξεις μὲ «-ρρ-»:
1. Οἱ σύνθετες λέξεις, στὶς ὁποῖες τὸ β´ συνθετικὸ ἀρχίζει με «ῥ» τὸ διπλασιάζουν στὴν σύνθεση, λόγῳ τῆς δασείας τοῦ «ῥ» ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἐκλείψῃ ἔτσι ἁπλά. *
ἔτσι: αἱμορραγία, διαρροή, ἄρρωστος (δίχως ῥώμη= δύναμη)
3. Μὲ διπλὸ «ῥ» γράφονται καὶ σύνθετες λέξεις, τῶν ὁποίων τὸ α´ συνθετικὸ λήγει σὲ νῦ, «ν»
π.χ. ἐν+ -ῥινος => ἔρρινος,
πάλιν + -ροια(<ῥοή) => παλίρροια,
πᾶν + ῥήσις => παρρησία κ.λπ.
*Ἀπὸ τὶς σύνθετες ἐξαιροῦνται λέξεις στὶς ὁποῖες τὸ α´ συνθετικό λήγει μὲ κάποιο μακρὸ φωνῆεν (η, ω) ἢ δίφθογγο/δίψηφο φωνῆεν (ει, οι, αι, ευ, υι κ.λπ.) καὶ λόγῳ τῆς μακρότητας ποὺ ὑπάρχει ἐκλείπει τὸ δεύτερο «ῥ».
ἔτσι: εὔρωστος (ἀλλὰ ἄρρωστος), εὔρυθμος (ἀλλὰ ἄρρυθμος) κ.λπ.
Ἀκόμα ἐξαιροῦνται λέξεις, ποὺ ξεκινοῦν μὲ «ῥ» ἀλλὰ εἶναι ξένες, ὡς ἐκ τοῦτου δὲν ἔχουν δασεία στὸ «ῥ», κάτι τὸ ὁποῖο ὑπῆρχε στὴν ἀρχαία ἑλληνική.
π.χ. ἐσώρουχο ὄχι ἐσώρρουχο (ροῦχο<μσν. ροῦχον <σβλαβ. ruho)
θάρρος, ἀρραβώνας, πυρρός (=πορφυρός), πυρρίχιος, ὀρρωδώ (=κάνω πίσω) καὶ τὰ ὁμόρριζά τους.
ὅπως καὶ κύρια ὀνόματα: Πύρρος, Σέρρες, Τυρρηνία, Δυρράχιο
Πολυάριθμες, ὅμως οἱ σύνθετες λέξεις μὲ «-ρρ-»:
1. Οἱ σύνθετες λέξεις, στὶς ὁποῖες τὸ β´ συνθετικὸ ἀρχίζει με «ῥ» τὸ διπλασιάζουν στὴν σύνθεση, λόγῳ τῆς δασείας τοῦ «ῥ» ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἐκλείψῃ ἔτσι ἁπλά. *
ἔτσι: αἱμορραγία, διαρροή, ἄρρωστος (δίχως ῥώμη= δύναμη)
2. Πάλι λόγῳ τῆς δασείας τοῦ «ῥ», μὲ «-ρρ-» γράφονται τὰ ῥήματα τῆς ἀρχαίας ἢ λόγιας γλώσσας, ποὺ ἀρχίζουν μὲ «ρ», στοὺς ἱστορικοὺς χρόνους τους. (παρατατικό καὶ ἀόριστο).
π.χ. ῥίχνω/ῥίπτω - ἔρριξα (ὁ κύβος ἐρρίφθη)
ῥέω - ἔρρεα κ.λπ.
3. Μὲ διπλὸ «ῥ» γράφονται καὶ σύνθετες λέξεις, τῶν ὁποίων τὸ α´ συνθετικὸ λήγει σὲ νῦ, «ν»
π.χ. ἐν+ -ῥινος => ἔρρινος,
πάλιν + -ροια(<ῥοή) => παλίρροια,
πᾶν + ῥήσις => παρρησία κ.λπ.
*Ἀπὸ τὶς σύνθετες ἐξαιροῦνται λέξεις στὶς ὁποῖες τὸ α´ συνθετικό λήγει μὲ κάποιο μακρὸ φωνῆεν (η, ω) ἢ δίφθογγο/δίψηφο φωνῆεν (ει, οι, αι, ευ, υι κ.λπ.) καὶ λόγῳ τῆς μακρότητας ποὺ ὑπάρχει ἐκλείπει τὸ δεύτερο «ῥ».
ἔτσι: εὔρωστος (ἀλλὰ ἄρρωστος), εὔρυθμος (ἀλλὰ ἄρρυθμος) κ.λπ.
Ἀκόμα ἐξαιροῦνται λέξεις, ποὺ ξεκινοῦν μὲ «ῥ» ἀλλὰ εἶναι ξένες, ὡς ἐκ τοῦτου δὲν ἔχουν δασεία στὸ «ῥ», κάτι τὸ ὁποῖο ὑπῆρχε στὴν ἀρχαία ἑλληνική.
π.χ. ἐσώρουχο ὄχι ἐσώρρουχο (ροῦχο<μσν. ροῦχον <σβλαβ. ruho)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου