Powered By Blogger

Σάββατο 20 Ιουνίου 2015

ΜΕΛΑΧΡΙΝΟΣ Ἤ ΜΕΛΑΧΡΟΙΝΟΣ;

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ:

ὑπάρχει ἡ θεωρία ὅτι :

μελαχρινός < μσν. μελαγχρινός < ἀρχ.  μελάγχρους + παραγωτικὸ ἐπίθημα "-ινος"

Ὅμως, λόγῳ ὕπαρξης τῆς λέξεως «μελαγχροιής»  πολλοὶ θεωροῦν ὅτι ἀπὸ αὐτὴ τὴν λέξη προέκυψε ἡ σημερινὴ λέξη καὶ γράφουν «μελαχροινός».  Ὅμως, καθὼς κατὰ τὸν μεσαίωνα καὶ στοὺς ἑλληνιστικοὺς χρόνους ἡ λέξη εἶχε ἐπικρατήσει ὡς «μελαγχρινὸς» καὶ ὡς ἐκ τούτου θεωρεῖται ὀρθότερη τῆς γραφῆς μὲ «-οι-»


[Χρὼς = εἶναι ἡ ἐπιδερμίδα]


Τρίτη 6 Ιανουαρίου 2015

ΟΥΔΕΙΣ, ΟΥΔΕΜΙΑ, ΟΥΔΕΝ!

Τὸ οὐδεῖς, οὐδεμία, οὐδὲν παράγονται ἀπὸ τὸ ἀρχαῖο «οὐδὲ» + τὶς ἀντωνυμίες «εἷς, μία, ἕν».
(«οὐδὲ» < «οὐ» + τὸ μόριο «δὲ»= «καὶ ὄχι», «ἀλλὰ δέν», κάποιες φορὲς καὶ «οὔτε» )

Ἔτσι σχηματίστηκαν τά:

οὐδεῖς, οὐδενός, οὐδενί, οὐδέναν ...κ.λπ.
οὐδεμία, οὐδεμιᾶς.. κ.λπ
οὐδέν, οὐδενός, οὐδενί.. κ.λπ.

Κατὰ παρόμοιο τρόπο σχηματίστηκαν  τὰ  «οὐδέτερος» (κανένας ἀπὸ τοὺς ἄλλους δύο),  «οὐδέποτε» κ.λπ.


Τὸ «οὐδὲ» παράγεται ἀπὸ τὸ «οὐ»+«δὲ» , ἀλλὰ ὑπάρχει καὶ τὸ συνώνυμό του σχεδὸν «οὔτε» (ποὺ χρησιμοποιοῦμε ὡς καὶ σήμερα) ποὺ παράγεται ἀπὸ «οὐ» + τὸ μόριο «τὲ».

Πολλὲς φορὲς αὐτὰ τὰ δύο μπορεῖ νὰ χρησιμοποιοῦνταν κατὰ τὸν ἴδιον τρόπο.

*Στὸ ἐξουθενώνω π.χ. εἶναι τὸ «οὐθὲν» ἀπὸ τὸ «οὔτε + ἕν » (τὸ ταῦ τρέπεται σὲ θῆτα λόγῳ τοὺ δασυνόμενου «ἕν») ποὺ σχηματίζει τὴν λέξη, ἀντὶ νὰ χρησιμοποιηθεῖ τὸ «οὐδὲν».

ΕΞΟΥΘΕΝΩΝΩ (ἐτυμολογία)

Εἶναι μία λέξη ποὺ λίγο δύσκολα μπορεῖς νὰ ἐτυμολογήσεις, κυρίως λόγῳ τοῦ «-θ-», ἀλλὰ εἶναι ἴσως ἀρκετὰ εὔκολη γιὰ ὅσους γνωρίζουν τὸ πῶς μποροῦσε λεκτικὰ νὰ παραφθαρεῖ τὸ γρᾶμμα αὐτό, μιᾶς καὶ ἐπὶ τῆς οὐσίας πρόκειται γιὰ ἕνα δασυνόμενο «τ» ἤ «δ» ὅπου ἡ προφορὰ τῆς δασείας ἦταν κάτι σὰν τὸ ἀγγλικὸ «h» (βλ. δασεία)

Ἔτσι :

Ἐξουθενώνω < ἐξουθεν-ωνω<ἐξ + οὐθὲν* - ωνω < ἐξ + οὔτε + ἕν (ἕνα) -ωνω (=ἐκμηδενίζω/ἐξαφανίζω)


Καὶ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἀπὸ ἐξαφανίζω/εκμηδενίζω πέρασε στὸ  νὰ ἔχει καὶ τὴν ἔννοια τοῦ ἐξαφανίζω τὶς δυνάμεις κάποιου (ἀποκλειστικά), ἴσως καὶ ἀπὸ  ἀκουστικὴ ὁμοιότητα μὲ τὸ «ἐξασθενῶ»

*οὐθὲν & οὐδὲν

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

ΠΟΛΥΣ-ΠΟΛΛΗ-ΠΟΛΥ & ΠΟΛΥ

Συχνὰ λάθη γίνονται στὴν χρήση αὐτῆς τῆς λέξης, κυρίως γιατὶ δὲν συνειδητοποιοῦν ὅλοι τὸν συνταντικὸ ρόλο, ποὺ κατέχει ἡ λέξη.

Μιλᾶμε γιὰ τὸν ἐπιθετικὸ προσδιορισμό «ὁ πολύς, ἡ πολλή, τὸ πολύ» καὶ τὸ ἐπίρρημα «πολύ».

Ὅταν λέμε π.χ. «Ἔχω πολλὴ δουλειὰ γιὰ αὕριο.»

Τὸ «πολλὴ» εἶναι μὲ δύο λάμδα καὶ «η» ἐπειδὴ πρόκειται γιὰ ἐπίθετο στὴν λέξη «δουλειά»

Ἄν ποῦμε π.χ. «Ἔχω πολὺ δύσκολη δουλειὰ γιὰ αὕριο» ὅμως, τότε τὸ «πολὺ» δὲν εἶναι ἐπίθετο στὴν λέξη «δουλειὰ» ἀλλὰ προσδιορίζει τὸ ἐπίθετο «δύσκολη».

Ἀντίστοιχα, πρέπει νὰ προσέχουμε τὸ πῶς χρησιμοποιεῖται ἡ λέξη, γιὰ νὰ ξέρουμε καὶ τὸ πῶς θὰ τὴν γράψουμε. Μόνο τὸ ἐπίθετο ἔχει δυο λάμδα καὶ αὐτὸ στὸ θηλυκό σὲ ἑνικὸ καὶ πληθυντικὸ καὶ στὸ ἀρσενικὸ καὶ οὐδέτερο γένος στὸν πληθυντικό τους.
                   
                                              ΕΝΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ

ὁ πολὺς                               ἡ πολλὴ                       τὸ   πολὺ
τοῦ πολῦ (πολλοῦ)             τῆς πολλῆς                   τοῦ πολῦ (πολλοῦ)
τὸν πολὺ(ν)                        τὴν πολλὴ(ν)                τὸ  πολὺ
-πολὺ                                   -  πολλὴ                      - πολὺ


                                         ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ

οἱ πολλοὶ                            οἱ πολλὲς                     τὰ πολλὰ
τῶν πολλῶν                       τῶν πολλῶν                 τῶν πολλῶν
τοὺς πολλοὺς                     τὶς πολλὲς                    τὰ πολλὰ
- πολλοὶ                               -  πολλὲς                      -  πολλὰ

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ ΣΕ «-ειστε» ἤ «-ηστε» ;

Ἕνα πολὺ συχνὸ λάθος ποὺ συναντᾶμε καὶ πιὸ συχνὰ εἶναι στὴν ἐσφαλμένη ὀρθογραφία τῆς προστακτικῆς στὸ β' πληθυνιτκό.


Δηλαδή, γράφουν «Επικοινωνείστε με την γραμματεία» ἀντὶ «Επικοινωνήστε με την γραμματεία»


Λογικὸ ὅταν δὲν γνωρίζουμε πῶς βγαίνει ἡ προστακτικὴ ποὺ χρησιμοποιοῦμε στὸν λόγο καὶ σὲ ποιὸν ῥηματικὸ χρόνο ἀνήκει.


Τὸ «Ἐπικοινωνῆστε» καὶ τὸ κάθε προστακτικῆς σὲ «-ῆστε» εἶναι β´ πληθυντικὸ προστακτικῆς χρόνου ΑΟΡΙΣΤΟΥ, ὄχι ΕΝΕΣΤΩΤΑ.

Ὁ Ἐνεστὼς σχηματίζει προστακτικὴ «ἐπικοινωνεῖτε» καὶ χαρακτηρίζει ἐντολὴ διαρκείας, καὶ ἀπὸ ἐδὼ γίνεται ἡ ἐσφαλμένη ὀρθογραφία, ἐπειδὴ θεωροῦμε ὅτι τώρα προστάζουμε γιὰ κάτι, ἄρα θεωροῦμε τὸν τύπο «ἐπικοινωνῆστε» παροντικοῦ χρόνου, ἐνῷ πρόκειται γιὰ τύπο «ἀορίστου» ποὺ ἔχει ἰδιότητα ἐντολῆς μίας φορᾶς καὶ μάλιστα βλέποντας παλιὲς ἑλληνικὲς ταινίες θὰ καταλάβετε καὶ πῶς προκύπτει αὐτὸ ὁ ἀόριστος.

Ἀρχικὰ ὁ τύπος δὲν ἦταν «ἐπικοινωνῆστε» ἀλλὰ «ἐπικοινωνήσατε» καὶ ἐν συντομίᾳ λόγου ἔγινε «ἐπικοινωνῆστε».

Σίγουρα ἔχουμε ὅλοι ἀκούσει τὴν φράση «Ἀκούσατε! Ἀκούσατε!»  ὅταν θὰ ἔβγαζε λόγο κάποιος· δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τύπο προστακτικῆς ἀορίστου μὲ στὰ νέα ἑλληνικὰ ἔχει γίνει «Ἀκοῦστε! Ἀκοῦστε!»

Ἑκεῖ πρέπει, λοιπόν, νὰ δώσουμε βάση. Νὰ κατανοήσουμε καλύτερα τοὺς τύπους ποὺ χρησιμοποιοῦμε.

Σίγουρα ἄν ὁ τύπος εἶχε μείνει ὡς «Ἀκούσατε», «ἐπικοινωνήσατε» κ.λπ. ἀντὶ νὰ ἁπλοποιηθεῖ τότε θὰ ἀναγνωριζόταν μονομιᾶς, ἀλλὰ μιᾶς καὶ ἡ γλῶσσα ἐξελίσσεται, πρέπει νὰ γνωρίζουμε, τί χρήση κάνουμε, γιὰ νὰ τὴν γράφουμε σωστά.

Ἔτσι ξέρουμε ὅτι ἔχουμε τὴν προστακτικὴ ἐνεστῶτα ποὺ δίνει διάρκεια προσταγῆς, μιᾶς καὶ ὁ ἐνεστῶτας εἶναι χρόνος παροντικὸς διαρκείας καὶ εἶναι καὶ ἡ πολυσύχναστη προστακτικὴ ἀορίστου, ποὺ δίνει προσταγὴ τῆς στιγμῆς, μιᾶς καὶ ὁ ἀόριστος εἶναι χρόνος στιγμιαῖος.

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2012

ΝΤΟΥΖΙΕΡΑ... ἑλληνιστί...

«Καταιονιστήρας» ἡ ἑλληνικὴ λέξη ποὺ ἀποδίδει τὴν ξένη λέξη «ντουζιέρα».


Προέρχεται ἀπὸ τὸ ῥῆμα «καταιονίζω» (=ἐξακοντίζω νερὸ στὸ σῶμα)

καταιονίζω < καταιονάω-ῶ + -ιζω < κατὰ + αἰονῶ (=ὑγραίνω)


καταιονισμὸς = ντουζ, ρίψη νεροῦ στὸ σῶμα.

Κυριακή 20 Μαΐου 2012

Περί «ΕΓΕΡΘΗΤΙ»...

Μιᾶς καὶ ἔχει καταντήσει καραμέλα λόγῳ τῶν ἡμερῶν αὐτὴ ἡ λέξη, ἂς δουμε καλύτερα καί τί σημαίνει καί πῶς κλίνεται ὀρθῶς.


Προέρχεται ἀπὸ τὸ «ἐγείρομαι» (= σηκώνομαι) καὶ τὸ «ἐγέρθητι» εἶναι ἡ προστακτικὴ τοῦ παθητικοῦ ἀορίστου «ἠγέρθην» ποὺ ἔχει ὡς ἐξῆς:


α´ ἑνικοῦ:     -
β´ ἑνικοῦ:  ἐγέρθητι
γ´ ἑνικοῦ:  ἐγερθήτω
α´ πληθ.        -
β´ πληθ.    ἐγέρθητε
γ´ πληθ.    ἐγερθέντων / ἐγερθήτωσαν




Ἑπομένως καὶ τὸ «ἐγέρθητω» ποὺ συχνὰ ἀκούγεται εἶναι ἐσφαλμένο καί ἀπὸ ἄποψη γραμματικὴ καί ὀρθογραφική. Γιατὶ ὁ τόνος εἶναι ἀλλοῦ. «Ἐγερθήτω», ἀλλὰ ἐπίσης ὅταν ἀναφερόμαστε ἄμεσα σὲ πολλοὺς χρησιμοποιοῦμε τὸ β' πρόσωπο πληθυντικοῦ «ἐγέρθητε», οὔτε «ἐγερθήτω» γιατὶ δὲν μιλᾶμε γιὰ κάποιον τρίτο σὲ κάποιον, ἀλλὰ εἶναι ἄμεση διαταγή, προσταγή, ἀλλὰ οὔτε καὶ «ἐγέρθητι» γιατὶ δὲν εἶναι ἕνας ποὺ ἀπευθυνόμαστε, οὔτε εἶναι κάποια ἀόριστη ἔκφραση, ποὺ χρησιμοποιεῖται σὲ κάθε περίπτωση, μά, ἕνα ῥῆμα μὲ προσωπα.