₪₪₪₪₪₪ Ἑνα ἱστολόγιο γιὰ τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ τὰ μαγικὰ μονοπάτια της...₪₪₪₪₪₪₪₪
Τετάρτη 8 Ιουνίου 2011
«ΚΑΡΩΤΟ» ὄχι «ΚΑΡΟΤΟ»
Καρῶτο (ἀντιδ.)<ἰταλ. carota<λατ. carota< μτγν. καρωτόν< ἀρχ. ἑλ. κάρα (=κεφάλι)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Νεότερη ανάρτηση
Παλαιότερη Ανάρτηση
Αρχική σελίδα
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου