Ἡ λέξη «προῖκα» ἐτυμολογικὰ καὶ μόνο σημαίνει αὐτὸ ποὺ ἔρχεται ἐκ τῶν προτέρων, ἔχοντας ἔπειτα τὴν ἔννοια τοῦ δώρου ποὺ διδόταν πρὸ τοῦ γάμου.
ΠΡΟΙΚΑ< προίξ< πρὸ + θέμα «ἱκ» (< ἵκω*=ἔρχομαι)
* Τὸ ῥῆμα «ἵκω» (δωρικά: εἵκω) ἔχει ὁμόρριζα ὅπως τά: ἱκανός, ἱκέτης, ἀφικνοῦμαι, ἄφιξη, κ.ἀ.
ΠΡΟΙΚΑ< προίξ< πρὸ + θέμα «ἱκ» (< ἵκω*=ἔρχομαι)
* Τὸ ῥῆμα «ἵκω» (δωρικά: εἵκω) ἔχει ὁμόρριζα ὅπως τά: ἱκανός, ἱκέτης, ἀφικνοῦμαι, ἄφιξη, κ.ἀ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου