Ἡ λέξη «ΕΝΔΥΜΑ» προέρχεται ἀπὸ τὸ ἀρχαῖο «ἐνδύομαι»
[< ἐν+ δύω (ποὺ εἶναι καί μεταβατικὸ καί ἀμετάβατο, καὶ σημαίνει ἤδη «ντύνω»)]
ἐξοῦ καὶ: γδύνω< ἐγδύω < ἐκ+δύω
ἀποδύομαι*(=γδύνομαι)< ἀπὸ + δύομαι
[ἀποδύομαι>ἀποδυτήρια]
ΥΠΟΔΗΜΑ< ὑπὸ + δέω (= δένω)
*Ὑπάρχει ἡ φράση «ἀποδύομαι στὸν ἀγώνα», ἤδη ἀρχαία «ἀποδύομαι εἰς παλαίστραν/γυμνάσιον» γιὰ τοὺς ἀθλητὲς ποὺ γδύνονταν καὶ ἐτοιμάζονταν γιὰ τοὺς ἀγῶνες τους.
Σήμερα ἡ φράση ἄλλαξε ἔννοιες· «ἐτοιμάζομαι γιὰ ἀγώνα, μπαίνω στὸν ἀγώνα, ἀγωνίζομαι μὲ ὅλες τὶς δυνάμεις μου»
[< ἐν+ δύω (ποὺ εἶναι καί μεταβατικὸ καί ἀμετάβατο, καὶ σημαίνει ἤδη «ντύνω»)]
ἐξοῦ καὶ: γδύνω< ἐγδύω < ἐκ+δύω
ἀποδύομαι*(=γδύνομαι)< ἀπὸ + δύομαι
[ἀποδύομαι>ἀποδυτήρια]
ΥΠΟΔΗΜΑ< ὑπὸ + δέω (= δένω)
*Ὑπάρχει ἡ φράση «ἀποδύομαι στὸν ἀγώνα», ἤδη ἀρχαία «ἀποδύομαι εἰς παλαίστραν/γυμνάσιον» γιὰ τοὺς ἀθλητὲς ποὺ γδύνονταν καὶ ἐτοιμάζονταν γιὰ τοὺς ἀγῶνες τους.
Σήμερα ἡ φράση ἄλλαξε ἔννοιες· «ἐτοιμάζομαι γιὰ ἀγώνα, μπαίνω στὸν ἀγώνα, ἀγωνίζομαι μὲ ὅλες τὶς δυνάμεις μου»
Υπάρχει παρόμοια λέξη για κάτι που φοράμε στο κεφάλι?
ΑπάντησηΔιαγραφή